Δικαστικό Συμβούλιο

Δικαστικό Συμβούλιο
Συμβούλιο που λειτουργεί σε κάθε ποινικό δικαστήριο και έχει σημαντικές και αποφασιστικές αρμοδιότητες. Υπάρχουν τα Δ.Σ. των πλημμελειοδικών, των Εφετών και του Αρείου Πάγου, που προβλέπονται από τις διατάξεις της ποινικής δικονομίας ως όργανα διεκπεραίωσης πλήθους ενεργειών της ποινικής δικαιοσύνης. Οι συνεδριάσεις των Δ.Σ. δεν είναι δημόσιες και έχουν ως σκοπό να παρεμβαίνουν μεταξύ της προδικασίας και της κυρίας δίκης των ποινικών υποθέσεων κρίνοντας με ειδικές αποφάσεις, που ονομάζονται βουλεύματα, ποιες υποθέσεις πρέπει να τερματιστούν χωρίς να οδηγηθούν στην ακροαματική διαδικασία, ποιες πρέπει να παραπεμφθούν και σε ποιο ακροατήριο. Οι υποθέσεις που αναλαμβάνει το Δ.Σ. είναι εκείνες που τερματίζονται με το βούλευμα, όπως προβλέπεται από τον νόμο και σύμφωνα με την κρίση του εισαγγελέα που τις εισάγει με σχετική του πρόταση: είτε γιατί δεν υπάρχουν ενδείξεις είτε επειδή αυτές που υπάρχουν δεν είναι αρκετές (αποχρώσες) για να σταθεί η κατηγορία στο ακροατήριο είτε γιατί υπάρχει ένας λόγος που εμποδίζει τη συνέχιση της κατηγορίας, όπως θάνατος του κατηγορουμένου, παραγραφή κλπ., είτε γιατί προβλέπεται από τον νόμο ο έλεγχος και η παραπομπή στο ακροατήριο μέσω του Δ.Σ., όπως συμβαίνει σε όλες τις σοβαρές υποθέσεις, στα κακουργήματα και στα πλημμελήματα για τα οποία προβλέπεται προφυλάκιση του κατηγορούμενου. Το Δ.Σ. έχει εκτεταμένες αρμοδιότητες κατά τη διάρκεια της ανάκρισης. Κρίνει τις διαφωνίες του εισαγγελέα με τον ανακριτή για τη δίωξη, την προφυλάκιση του κατηγορούμενου και την περαίωση της ανάκρισης και επικυρώνει πολλές από τις πράξεις, ασκώντας κατά έναν τρόπο εποπτεία στον τρόπο και τη διαδικασία της ανάκρισης. Η διαδικασία που τηρεί το Δ.Σ. είναι τυπική και ρυθμίζεται λεπτομερειακά στον ΚΠΔ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Επικρατείας, Συμβούλιο της– — Ονομασία που φέρει σε διάφορες χώρες το ανώτατο δικαστήριο διοικητικής δικαιοσύνης, στο οποίο έχουν ανατεθεί κατά κανόνα, εκτός από τις καθαυτό δικαιοδοτικές αρμοδιότητες, και γνωμοδοτικά καθήκοντα, ως συμβουλευτικού οργάνου της διοίκησης.… …   Dictionary of Greek

  • προφυλάκιση — Είναι η προληπτική κράτηση του κατηγορουμένου μέχρι την ημέρα της ποινικής δίκης. Στην π. διακρίνεται η τοποθέτηση δύο μεγάλων αρχών που διέπουν την ποινική δικαιοδοσία του κράτους: της αρχής της προσωπικής ελευθερίας, που πρέπει να χαίρεται και… …   Dictionary of Greek

  • Ανδόρα — Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης.Συνορεύει στα Β και Α με τη Γαλλία και στα Ν και Δ με την Ισπανία.Το μικρότερο κράτος του κόσμου βρίσκεται στα ανατολικά Πυρηναία. Η ύπαρξη του κρατιδίου της Α. (Valls d Andorra) είναι συνέπεια γεωγραφικών… …   Dictionary of Greek

  • Γκαμπόν — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκαμπόν Έκταση: 267.667 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.308.500 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Λιμπρεβίλ (541.000 κάτ. το 2002)Κράτος της βορειοδυτικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Ισημερινή Γουινέα και το Καμερούν, Α και Ν με τη… …   Dictionary of Greek

  • Μαρόκο — Κράτος της βορείου Αφρικής. Συνορεύει στα Δ με την Αλγερία και στα Ν με τη Δυτική Σαχάρα. Βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.Το Μ. έχει χερσαία σύνορα μήκους 2.017 χλμ. που τη χωρίζουν από την Αλγερία (1.559 …   Dictionary of Greek

  • Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… …   Dictionary of Greek

  • Βουλγαρία — Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο.Συνορεύει στα Β με τη Ρουμανία, στα Δ με τη (Νέα) Γιουγκοσλαβία (ΒΔ) και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΝΔ), στα Ν με την Ελλάδα και την Τουρκία, ενώ Α βρέχεται από… …   Dictionary of Greek

  • Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία — Κράτος της νοτίου Αφρικής. Συνορεύει Α με τη Μοζαμβίκη και τη Σουαζιλάνδη, Β με τη Ναμίμπια, τη Μποτσουάνα και τη Ζιμπάμπουε, Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό, Ν και Α από τον Ινδικό ωκεανό.Εντός των συνόρων της Ν. Δ. και στο νοτιοανατολικό… …   Dictionary of Greek

  • Αλβανία — I Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο.Συνορεύει στα Ν με την Ελλάδα, στα Α με την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ) και στα Β με τη (Νέα) Γιουγκοσλαβία, ενώ Δ βρέχεται από την Αδριατική θάλασσα.Τα… …   Dictionary of Greek

  • Κροατία — I Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κροατίας Έκταση: 56.542 τ. χλμ. Πληθυσμός: 4.535.054 (2001) Πρωτεύουσα: Ζάγκρεμπ (691.724 κάτ. το 2001)Κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στη Βαλκανική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΝΑ με τη Βοσνία Ερζεγοβίνη και το …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”